Πλακώνομαι - ορισμός του πλακώνομαι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%bb%ce%b1%ce%ba%cf%8e%ce%bd%ce%bf%ce%bc%ce%b1%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.602.701.036
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πλακώνομαι
Μεταφράσεις
πλακώνομαι
(
pla'konome
)
ρήμα
μεσοπαθητικό (ρήμα)
χτυπάμε ο ένας τον άλλον
en venir aux mains
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πλάγιο
πλάγιος
πλαγκτόν
πλαδαρή
πλαδαρό
πλαδαρός
πλαζ
πλάθω
πλάι
πλαϊνή
πλαϊνό
πλαϊνός
πλαϊνός καθρέφτης
πλαίσιο
πλαισιώνω
πλαισίωση
πλάκα
πλακάκι
πλακάτ
πλακοστρωμένος
πλακόστρωση
πλακόστρωτη
πλακόστρωτο
πλακόστρωτος
πλακούντας
πλακουτσωτή
πλακουτσωτό
πλακουτσωτός
πλακώδες
πλάκωμα
πλακώνομαι
πλακώνω
πλανάρω
πλάνη
πλανημένος
πλάνης
πλανητάριο
πλανήτης
πλανητική
πλανητικό
πλανητικός
πλαν-ιέμαι-ώμαι
πλάνο
πλανόδια
πλανόδιο
πλανόδιος
πλανόδιος διασκεδαστής
πλαντάζω
πλασάρω
πλασέ
πλασέμπο
πλάση
πλασιέ
πλάσιμο
πλάσμα
πλασματικά
πλασματικός
πλασμένη
πλασμένο
πλασμένος
πλαστελίνη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close