πλανόδιος
(προωθήθηκε από πλανόδιο)Μεταφράσεις
πλανόδιος
(pla'noðios) αρσενικόπλανόδια
(pla'noðia) θηλυκόπλανόδιο
vagabond (pla'noðio) ουδέτεροεπίθετο
που περιφέρεται στους δρόμους πλανόδιος πωλητής
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.