Πολεμίστρα - ορισμός του πολεμίστρα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b5%ce%bc%ce%af%cf%83%cf%84%cf%81%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.943.968.068
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πολεμίστρα
Μεταφράσεις
πολεμίστρα
бойница
Πλοηγός λέξεων
?
▲
Ποιο είναι το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων;
Ποιο κουμπί να πατήσω;
Ποιο φαρμακείο παρέχει άμεση εξυπηρέτηση;
ποίον
ποιόν ενεργείας
ποιος
ποιός
Ποιος είναι ο αριθμός για τις πληροφορίες καταλόγου;
Ποιος είναι ο αριθμός τηλεφώνου;
Ποιος είναι ο αριθμός του κινητού σας;
Ποιος είναι ο αριθμός του φαξ;
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να πάω σε αυτό το ξενοδοχείο;
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να πάω στο κέντρο της πόλης;
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να πάω στο σιδηροδρομικό σταθμό;
Ποιος είναι ο κωδικός κλήσης για το Ηνωμένο Βασίλειο;
Ποιος είναι ο πιο κοντινός σταθμός του μετρό;
Ποιος είναι;
Ποιος έχει σειρά να κεράσει;
ποιότητα
ποιοτική
ποιοτικό
ποιοτικός
πόκερ
πολέμαρχος
πολεμάω
πολεμικές τέχνες
πολεμική
πολεμικό
πολεμικός
πολεμιστής
πολεμίστρα
πολεμίστρια
πολεμοκάπηλος
πόλεμος
πολεμοφόδια
πολεμοχαρές
πολεμοχαρής
πολεμώ
πολεοδομία
πολεοδομικός
πολεοδομώ
πόλη
Πόλη Νέας Υόρκης
Πόλη του Βατικανού
πολική
πολική αρκούδα
πολικό
πολικός
πολιομυελίτιδα
πολιορκητής
πολιορκήτρια
πολιορκία
πολιορκώ
πολιός
πόλις-κράτος
πολιτεία
Πολιτεία Νέας Υόρκης
πολίτευμα
πολιτευόμενος
πολίτης
πολιτικά
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close