Προθάλαμος - ορισμός του προθάλαμος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%cf%81%ce%bf%ce%b8%ce%ac%ce%bb%ce%b1%ce%bc%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.658.027.239
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
προθάλαμος
Μεταφράσεις
προθάλαμος
anteroom
,
foyer
,
lobby
,
hall
προθάλαμος
قاعَة
προθάλαμος
předsíň
προθάλαμος
entré
προθάλαμος
Korridor
προθάλαμος
vestíbulo
προθάλαμος
eteinen
προθάλαμος
hall
προθάλαμος
predvorje
προθάλαμος
sala
προθάλαμος
入口の廊下
προθάλαμος
홀
προθάλαμος
hal
προθάλαμος
entré
προθάλαμος
sala
προθάλαμος
átrio
,
saguão
προθάλαμος
прихожая
προθάλαμος
samlingssal
προθάλαμος
ห้องโถง
προθάλαμος
salon
προθάλαμος
đại sảnh
προθάλαμος
大厅
Πλοηγός λέξεων
?
▲
προεκλογική
προεκλογικό
προεκλογικός
προέκταση
προεκτείνω
προέλαση
προέλευση
προεξέχω
προεξοφλώ
προεξοχή
προεπιλεγμένος
προεργασία
προέρχομαι
προετοιμάζομαι
προετοιμάζω
προετοιμασία
προετοιμασμένος
προέχω
πρόζα
προήγαγα
προηγμένη
προηγμένο
προηγμένος
προηγούμαι
προηγούμενη
προηγούμενο
προηγούμενος
προηγουμένως
προήλθα
προημιτελικός
προθάλαμος
πρόθεμα
προθερμαίνομαι
προθερμαίνω
προθέρμανση
πρόθεση
προθεσμία
προθήκη
πρόθημα
πρόθυμα
πρόθυμη
προθυμία
πρόθυμο
πρόθυμος
πρόθυρα
προίκα
προικίζω
προικισμένος
προικοδότηση
προϊόν
προΐσταμαι
προϊσταμένη
προϊστάμενος
προϊστορία
προϊστορική
προϊστορικό
προϊστορικός
προιωνίζομαι
πρόκα
προκαθορίζω
προκαθορισμένος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close