Πρώτη - ορισμός του πρώτη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%80%cf%81%cf%8e%cf%84%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.739.698.546
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
πρώτη
Μεταφράσεις
πρώτη
premier
Πλοηγός λέξεων
?
▲
πρωταγωνιστική
πρωταγωνιστικό
πρωταγωνιστικός
πρωταγωνίστρια
πρωταγωνιστώ
πρωτάθλημα
πρωταθλητής
πρωταθλητισμός
πρωταθλήτρια
πρωτάκουστη
πρωτάκουστο
πρωτάκουστος
πρωτακτίνιο
πρωταπριλιά
πρωταπριλιάτικη
πρωταπριλιάτικο
πρωταπριλιάτικος
πρωτάρα
πρωτάρης
πρωταρχική
πρωταρχικό
πρωταρχικός
πρωτεία
πρωτεϊνη
πρωτεΐνη
πρωτεϊνικός
πρωτεργάτης
πρώτες βοήθειες
πρωτεύουσα
πρωτεύων
πρώτη
πρώτη θέση
Πρώτη Τετάρτη της Σαρακοστής
πρωτιά
πρώτιστα
πρώτο
πρωτοβάθμια
πρωτοβάθμιο
πρωτοβάθμιος
πρωτοβουλία
πρωτοβρόχι
πρωτογενές
πρωτογενής
πρωτογνωρίζω
πρωτόγνωρος
πρωτόγονη
πρωτόγονο
πρωτόγονος
πρωτοδικείο
πρωτοεμφανίζομαι
πρωτοετές
πρωτοετής
πρωτόζωο
πρωτοκλασάτος
πρωτόκολλο
πρωτοκολλώ
πρώτον
πρωτόνιο
πρωτόπλασμα
πρωτοπλάστης
πρωτοπόρα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close