Ράμφος - ορισμός του ράμφος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%81%ce%ac%ce%bc%cf%86%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.666.481.918
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ράμφος
Μεταφράσεις
ράμφος
beak
,
bill
bec
مِنْقَار
zobák
næb
Schnabel
pico
nokka
kljun
becco
くちばし
부리
snavel
nebb
dziób
bico
клюв
näbb
จงอยปากนก
gaga
mỏ chim
鸟嘴
(
'ramfos
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
η μυτερή άκρη του στόματος των πουλιών
bec
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ραδιοφωνικός σταθμός
ραδιόφωνο
ραδιοχρονολόγηση
ραδονιο
ραδόνιο
ράθυμη
ραθυμία
ράθυμο
ράθυμος
ραιβός
ραιτορομανικά
ραιτορομανικός
ρακεμικοποίηση
ρακένδυτος
ρακέτα
ρακέτα τένις
ράκος
ρακοσυλλέκτης
ρακοσυλλέκτρια
ρακούν
ράλι
ράλλυ
Ραμαζάνι
ραμί
ράμμα
ραμολί
ραμολιμέντο
ράμπα
Ραμπάτ
ραμφίζω
ράμφος
Ρανγκούν
ρανίδα
ράντα
ραντάρ
ραντεβού
ράντζο
ραντιέρης
ραντίζω
ράντισμα
ραντιστήρι
ράντσο
ραπανάκι
ραπάνι
Ραπανούι
ραπίζω
ράπισμα
ράπτης
ραπτική
ραπτομηχανή
ρασιοναλισμός
ρασιοναλιστής
ρασιοναλιστικός
ράσο
ράσπα
ράτσα
ρατσισμός
ρατσιστής
ρατσιστικός
ρατσίστρια
ραφείο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close