Ρήξη - ορισμός του ρήξη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%81%ce%ae%ce%be%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.666.530.229
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ρήξη
Μεταφράσεις
ρήξη
rupture
,
breakdown
,
laceration
rompimento
ruptura
Bruch
rottura
rupture
breuk
تمزق
pęknięcie
破裂
破裂
הקרע
파열
(
'riksi
)
ουσιαστικό
θηλυκό
διάσπαση
conflit
αρσενικό
έρχομαι σε ρήξη με κπ
entrer en conflit avec qqn
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ρετσίνι
ρεύμα
ρευματικά
ρευματισμοί
ρευματισμός
ρεύομαι
ρεύση
ρευστή
ρευστό
ρευστοποιήσιμος
ρευστοποιώ
ρευστός
ρευστότητα
ρεφενές
ρεφορμισμός
ρεφορμιστής
ρεφορμιστικός
ρεφρέν
ρέψιμο
ρέω
ρήγας
ρήγμα
ρήμα
ρήμαγμα
ρημάδι
ρημαδιό
ρημάζω
ρηματικός
ρήνιο
Ρήνος
ρήξη
ρηξικέλευθος
ρήον
ρήση
ρητά
ρητή
ρητίνη
ρητό
ρήτορας
ρητορεία
ρητορική
ρητορικός
ρητός
ρητός αριθμός
ρήτρα
ρητώς
ρηχά
ρηχαίνω
ρηχή
ρηχό
ρηχός
ριάλιτι σόου
ρίγα
ρίγανη
ριγέ
ρίγος
ριγώ
ριγωτή
ριγωτό
ριγωτός
ρίδα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close