ραδιοφωνικός
(προωθήθηκε από ραδιοφωνική)Μεταφράσεις
ραδιοφωνικός
(raðiofoni'kos) αρσενικόραδιοφωνική
(raðiofoni'ci) θηλυκόραδιοφωνικό
radioradio, radiophoniqueradioRadioradioрадиоradiorádioradioрадиоradioradioרדיוラジオ라디오radioวิทยุ (raðiofoni'ko) ουδέτεροεπίθετο
σχετικός με το ραδιόφωνο ραδιοφωνικός σταθμός ραδιοφωνική εκπομπή
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.