Ραθυμία - ορισμός του ραθυμία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%81%ce%b1%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.654.601.149
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ραθυμία
Μεταφράσεις
ραθυμία
indolence
,
listlessness
,
sloth
paresse
preguiça
лень
lenoba
indolencia
Trägheit
(
raθi'mia
)
ουσιαστικό
θηλυκό
νωθρότητα
nonchalance
θηλυκό
langueur
θηλυκό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ραγισμένο
ραγισμένος
ράγκμπι
ραδερφόρντιο
ραδιενέργεια
ραδιενεργή
ραδιενεργό
ραδιενεργός
ραδίκι
ραδινός
ράδιο
ραδιογαλαξίας
ραδιογραφία
ραδιογραφικός
ραδιοένεργος
ραδιοθεραπεία
ραδιοϊσότοπα
ραδιοϊσότοπο
ραδιοσταθμός
ραδιοστοιχείο
ραδιουργία
ραδιοφωνική
ραδιοφωνικό
ραδιοφωνικός
ραδιοφωνικός σταθμός
ραδιόφωνο
ραδιοχρονολόγηση
ραδονιο
ραδόνιο
ράθυμη
ραθυμία
ράθυμο
ράθυμος
ραιβός
ραιτορομανικά
ραιτορομανικός
ρακεμικοποίηση
ρακένδυτος
ρακέτα
ρακέτα τένις
ράκος
ρακοσυλλέκτης
ρακοσυλλέκτρια
ρακούν
ράλι
ράλλυ
Ραμαζάνι
ραμί
ράμμα
ραμολί
ραμολιμέντο
ράμπα
Ραμπάτ
ραμφίζω
ράμφος
Ρανγκούν
ρανίδα
ράντα
ραντάρ
ραντεβού
ράντζο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close