σεβαστός
(προωθήθηκε από σεβαστό)Μεταφράσεις
σεβαστός
(seva'stos) αρσενικόσεβαστή
(seva'sti) θηλυκόσεβαστό
respectable, respectévenerable (seva'sto) ουδέτεροεπίθετο
1. που μπορεί να το σεβαστεί κν σεβαστό αίτημα σεβαστή άποψη
2. σημαντικός σεβαστό ποσό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.