Σελώνω - ορισμός του σελώνω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%b5%ce%bb%cf%8e%ce%bd%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.669.025.142
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σελώνω
Μεταφράσεις
σελώνω
saddle
seller
(
se'lono
)
ρήμα
μεταβατικό (ρήμα)
βάζω σέλα σε άλογο ή γαϊδούρι
seller
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σειρίτι
σεις
σεισμική
σεισμικό
σεισμικός
σεισμικότητα
σεισμογράφος
σεισμολογία
σεισμόπληκτη
σεισμόπληκτο
σεισμόπληκτος
σεισμός
σείω
σεκόγια
σεκρετέρ
σέλα
σέλας
σεληνάκατος
σελήνη
σεληνιακός
σελήνιο
σεληνολογία
σελίδα
σελιδοδείκτης
σελιδοποίηση
σελίνι
σέλινο
Σελοτέιπ
σελοφάν
σελφ σέρβις
σελώνω
σεμίδαλις
σεμινάριο
σεμνά
σεμνή
σεμνό
σεμνοπρεπής
σεμνός
σεμνότητα
σεμνότυφη
σεμνοτυφία
σεμνότυφο
σεμνότυφος
σεμπουάνο
σέμπρος
σενάριο
σεναριογράφος
σενεγαλέζικος
Σενεγαλέζος
Σενεγάλη
σεντ
σέντερ φορ
σεντέφι
σεντόνι
σεντόνια
σεντούκι
σεξ
σέξ
σέξι
σεξισμός
σεξιστής
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close