σημερινός
Μεταφράσεις
σημερινός
(simeri'nos) αρσενικόσημερινή
(simeri'ni) θηλυκόσημερινό
d'aujourd'huiсегодняшний (simeri'no) ουδέτεροεπίθετο
1. που γίνεται σήμερα τα σημερινά νέα
2. τωρινός, σύγχρονος η σημερινή κατάσταση η σημερινή εποχή
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.