Σκοποβολή - ορισμός του σκοποβολή από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%80%ce%bf%ce%b2%ce%bf%ce%bb%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.593.483.365
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σκοποβολή
Μεταφράσεις
σκοποβολή
shooting
schießen
TIR
tiro
стрелба
射击
射擊
ירי
촬영
skytte
(
skopovo'li
)
ουσιαστικό
θηλυκό
εξάσκηση στο στόχο με όπλο
tir
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σκληροτράχηλος
σκλήρυνση κατά πλάκας
σκληρύνω
σκνίπα
σκοινάκι
σκοινί
σκοινί για άπλωμα ρούχων
σκοινί μπουγάδας
σκόλη
σκολιός
σκολίωση
σκονάκι
σκόνη
σκόνη κάρι
σκονίζομαι
σκονίζω
σκονισμένος
σκοντάφτω
σκόντο
σκόπελος
σκοπευτής
σκοπεύτρια
σκοπεύω
σκοπεύω να
σκοπιά
σκόπιμα
σκόπιμη
σκόπιμο
σκόπιμος
σκοπιμότητα
σκοποβολή
σκοπός
σκορ
σκοράρω
σκορβούτο
σκορδαλιά
σκόρδο
σκοροκτόνος
σκόρος
σκορπάω
σκόρπια
σκορπίζω
σκόρπιο
σκορπιός
σκόρπιος
σκορπώ
σκότα
σκοτάδι
σκοταδισμός
σκοταδιστικός
σκοτεινά
σκοτεινή
σκοτεινιά
σκοτεινιάζω
σκοτεινιασμένος
σκοτεινό
σκοτεινός
Σκοτία
σκοτίζομαι
σκοτίζω
σκοτοδίνη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close