Σκοτεινιάζω - ορισμός του σκοτεινιάζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%84%ce%b5%ce%b9%ce%bd%ce%b9%ce%ac%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.390.833.833
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σκοτεινιάζω
Μεταφράσεις
σκοτεινιάζω
(
skoti'ɲazo
)
ρήμα
αμετάβατο (ρήμα)
1.
χάνεται το φως
s'assombrir plonger dans l'obscurité
Ξαφνικά το δωμάτιο σκοτείνιασε.
Soudainement la pièce s'est assombrie.
2.
βραδιάζει
faire sombre la nuit tombe
Σκοτεινιάζει νωρίς το χειμώνα.
Il fait sombre tôt en hiver.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σκοπεύω να
σκοπιά
σκόπιμα
σκόπιμη
σκόπιμο
σκόπιμος
σκοπιμότητα
σκοποβολή
σκοπός
σκορ
σκοράρω
σκορβούτο
σκορδαλιά
σκόρδο
σκοροκτόνος
σκόρος
σκορπάω
σκόρπια
σκορπίζω
σκόρπιο
σκορπιός
σκόρπιος
σκορπώ
σκότα
σκοτάδι
σκοταδισμός
σκοταδιστικός
σκοτεινά
σκοτεινή
σκοτεινιά
σκοτεινιάζω
σκοτεινιασμένος
σκοτεινό
σκοτεινός
Σκοτία
σκοτίζομαι
σκοτίζω
σκοτοδίνη
σκότος
σκοτούρα
Σκοτσέζικος
σκότωμα
σκοτωμένος
σκοτώνομαι
σκοτώνω
σκοτώστρα
σκούζω
σκουλαρίκι
σκουλήκι
σκουλήκι εντόμου
σκουλίκι
σκουμπρί
σκούνα
σκουντάω
σκουντιά
σκουντουφλάω
σκουντουφλώ
σκουντώ
σκούξιμο
σκουός
σκούπα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close