Σκυθρωπιάζω - ορισμός του σκυθρωπιάζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%ba%cf%85%ce%b8%cf%81%cf%89%cf%80%ce%b9%ce%ac%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.599.766.015
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σκυθρωπιάζω
Μεταφράσεις
σκυθρωπιάζω
sulk
,
frown
σκυθρωπιάζω
يُبَوِّزُ
σκυθρωπιάζω
trucovat
σκυθρωπιάζω
surmule
σκυθρωπιάζω
schmollen
σκυθρωπιάζω
enfurruñarse
σκυθρωπιάζω
murjottaa
σκυθρωπιάζω
bouder
σκυθρωπιάζω
duriti se
σκυθρωπιάζω
fare il broncio
σκυθρωπιάζω
すねる
σκυθρωπιάζω
부루퉁해지다
σκυθρωπιάζω
mokken
σκυθρωπιάζω
furte
σκυθρωπιάζω
nadąsać się
σκυθρωπιάζω
estar amuado
,
estar emburrado
σκυθρωπιάζω
дуться
σκυθρωπιάζω
sura
σκυθρωπιάζω
อารมณ์บูดบึ้งไม่พูดไม่จา
σκυθρωπιάζω
suratını asmak
σκυθρωπιάζω
giận dỗi
σκυθρωπιάζω
愠怒
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σκουπιδόξυλο
σκουπιδοτενεκές
σκουπιδότοπος
σκουπίζομαι
σκουπίζω
σκουπίζω με ηλεκτρική σκούπα
σκούπισμα
σκουπόξυλο
σκούρα
σκουραίνω
σκουριά
σκουριάζω
σκουριασμένη
σκουριασμένο
σκουριασμένος
σκούρο
σκούρος
σκουρόχρωμη
σκουρόχρωμο
σκουρόχρωμος
σκούτερ
σκουφάκι μπάνιου
σκουφί
σκούφια
σκούφος
σκύβω
σκύβω έξω από
σκύβω προς τα εμπρός
σκυθικός
σκυθρωπή
σκυθρωπιάζω
σκυθρωπό
σκυθρωπός
σκυθρωπότητα
σκύλα
σκυλάκι
σκυλί
σκυλίσιος
Σκύλλα
σκύλος
σκύλος Αγίου Βερνάρδου
σκύλος οδηγός
σκυλόσπιτο
σκυλόψαρο
σκυρόδεμα
σκυτάλη
σκυταλοδρομία
σκυφτή
σκυφτό
σκυφτός
σκωληκοειδής απόφυση
σκωληκοειδίτιδα
σκώληξ
σκωλικοειδεκτομή
σκώμμα
σκωπτικός
σκωρία
σκώρος
Σκωτία
σκωτικά
σκωτική γλώσσα
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close