Σοβάς - ορισμός του σοβάς από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%ce%bf%ce%b2%ce%ac%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.654.204.983
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σοβάς
Μεταφράσεις
σοβάς
جِصّ
sádra
gips
Putz
plaster
yeso
laasti
plâtre
žbuka
intonaco
漆喰
회반죽
stucwerk
mørtel
tynk
argamassa
,
reboco
штукатурка
murbruk
ปูนปลาสเตอร์
alçı
vữa
石膏
(
so'vas
)
ουσιαστικό
αρσενικό
υλικό με ασβέστη για τους τοίχους
crépi
αρσενικό
enduit
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σμέρνα
σμηνίας
σμήνος
σμίγω
σμικρῶς
σμίκρυνση
σμίλη
σμιχτή
σμιχτό
σμιχτός
σμόκιν
σμπαράλια
σμπαραλιάζω
σνακ
σνακ μπαρ
σνίτσελ
σνομπ
σνομπάρω
σνομπισμός
σνούκερ
σοβαντίζω
σοβαρά
σοβαρεύω
σοβαρή
σοβαρό
σοβαρολογώ
σοβαρός
σοβαρότητα
σοβαροφανές
σοβαροφανής
σοβάς
σοβατεπί
σοβατζής
σοβατίζω
σοβάτισμα
σοβινισμός
σοβινιστής
σοβινίστρια
σοβχόζ
σόγια
σογιέλαιο
σόδα
σοδειά
σοδομία
σοδομισμός
σοδομίτης
σόι
σοκ
σοκάκι
σοκάρομαι
σοκάρω
σοκολατα
σοκολάτα
σοκολάτα γάλακτος
σοκολάτα υγείας
σοκολατάκι
σοκολατένια
σοκολατένιο
σοκολατένιος
σοκολατής
σοκολατί
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close