Σπαγγοραμένος - ορισμός του σπαγγοραμένος από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%80%ce%b1%ce%b3%ce%b3%ce%bf%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%ad%ce%bd%ce%bf%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.588.625.783
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σπαγγοραμένος
Μεταφράσεις
σπαγγοραμένος
niggardly
,
stingy
σπαγγοραμένος
بَخِيل
σπαγγοραμένος
lakomý
σπαγγοραμένος
nærig
σπαγγοραμένος
geizig
σπαγγοραμένος
tacaño
σπαγγοραμένος
itara
σπαγγοραμένος
radin
σπαγγοραμένος
škrt
σπαγγοραμένος
tirchio
σπαγγοραμένος
けちな
σπαγγοραμένος
인색한
σπαγγοραμένος
vrekkig
σπαγγοραμένος
gjerrig
σπαγγοραμένος
skąpy
σπαγγοραμένος
forreta
,
pão-duro
σπαγγοραμένος
скупой
σπαγγοραμένος
snål
σπαγγοραμένος
ขี้เหนียว
σπαγγοραμένος
cimri
σπαγγοραμένος
keo kiệt
σπαγγοραμένος
小气的
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σουσαμιά
σουσούμι
σουσουράδα
σούσουρο
σούστα
σουτ
σουτάρω
σουτιέν
σουφραζέτα
σουφρώνω
σοφάς
σοφέρ
σοφή
σοφία
Σόφια
Σοφία Ίησου Σειράχ
Σοφία Σειράχ
σοφίζομαι
σόφισμα
σοφιστεία
σοφιστής
σοφιστικέ
σοφιστική
σοφιστικός
σοφίτα
σοφό
σοφός
σόφτμπολ
σπα
σπαγγέτι
σπαγγοραμένος
σπάγγος
σπαγκοραμμένη
σπαγκοραμμένο
σπαγκοραμμένος
σπάγκος
σπαζοκεφαλιά
σπάζω
σπάθα
σπαθάτος
σπαθί
σπαθιά
σπαθόψαρο
Σπάιντερμαν
σπάλα
σπανάκι
σπανή
σπάνια
σπάνιελ
σπανίζω
σπάνιο
σπάνιος
σπανιότητα
σπανίως
σπανό
σπανός
σπαράγγι
σπαραγμός
σπαράζω
σπαρακτική
σπαρακτικό
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close