Σπουδάζω - ορισμός του σπουδάζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%80%ce%bf%cf%85%ce%b4%ce%ac%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.386.591.678
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σπουδάζω
Μεταφράσεις
σπουδάζω
study
دراسة
(
spu'ðazo
)
ρήμα
μεταβατικό (ρήμα)
κάνω σπουδές
étudier
σπουδάζω μαθηματικά
étudier les mathématiques
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σπιτονοικοκύρης
σπλαγχνικότητα
σπλάχνα
σπλαχνική
σπλαχνικό
σπλαχνικός
σπλάχνο
σπλήνα
σπόγγος
σπογγώδες
σπογγώδης
σπονδυλική
σπονδυλική στήλη
σπονδυλικό
σπονδυλικός
σπόνδυλος
σπονδυλωτά
σπονδυλωτό
σπονδυλωτός
σπόνσορας
σπόντα
σπορ
σπορά
σποραδικά
σποραδική
σποραδικό
σποραδικός
σπόρια
σπορόζωο
σπόρος
σπουδάζω
σπουδαία
σπουδαίο
σπουδαίος
σπουδαιότητα
σπουδαστήριο
σπουδαστής
σπουδάστρια
σπουδές
σπουδή
σπουργίτης
σπουργίτι
σπουργιτόγλαυκα
σπούτνικ
σπρέι
σπρέι μαλλιών
σπριντ
σπρίντερ
σπρόχνω
σπρωξιά
σπρώξιμο
σπρώχνομαι
σπρώχνω
σπυράκι
σπυρί
σπυρωτή
σπυρωτό
σπυρωτός
Σρι Λάνκα
στíγμα
στα ίσια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close