σταυρωτός
Μεταφράσεις
σταυρωτός
(stavro'tos) αρσενικόσταυρωτή
(stavro'ti) θηλυκόσταυρωτό
(stavro'to) ουδέτεροεπίθετο
1. τοποθετημένος σε σχήμα σταυρού σταυρωτός χορός
2. που κουμπώνει διασταυρώνοντας δυο πλευρές σταυρωτό σακάκι
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.