Στο - ορισμός του στο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%84%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.380.278.109
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
στο
Μεταφράσεις
στο
в
στο
w
στο
在
στο
in
στο
في
στο
在
στο
v
στο
en
στο
in
στο
dans
στο
ใน
στο
IN
στο
in
στο
в
στο
i
Πλοηγός λέξεων
?
▲
στίβω
στίγμα
στιγματίζω
στιγματισμός
στιγμή
στιγμιαία
στιγμιαίο
στιγμιαίος
στιγμιαίος καφές
στιγμιότυπο
στιγμούλα
στίζω
στιλ
στιλβώνω
στιλέτο
στιλό
στιλπνή
στιλπνό
στιλπνός
στίξη
στις
στις αρχές Ιουνίου
στις μύτες των ποδιών (του/της)
στις τρεις
στιφάδο
στίχοι
στιχομετρικός
στιχομυθία
στίχος
στιχουργός
στο
στο διαδίκτυο
στο εξωτερικό
στο επάνω πάτωμα
στο κάτω πάτωμα
στο κέντρο της πόλης
στο μέσο της απόστασης
στο μεταξύ
στοά
στοίβα
στοιβάδα
στοιβάδα του όζοντος
στοιβάζω
στοιχεία
στοιχειό
στοιχείο
στοιχειομετρία
στοιχειώδες
στοιχειώδης
στοιχειωμένη
στοιχειωμένο
στοιχειωμένος
στοιχειώνω
στοίχημα
στοιχηματίζω
Στοιχίζει ...
στοιχίζω
στοίχιση
στοίχος
στόκος
Στοκχόλμη
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close