Στρωτή - ορισμός του στρωτή από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%84%cf%81%cf%89%cf%84%ce%ae
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.668.771.935
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
στρωτός
(προωθήθηκε από
στρωτή
)
Μεταφράσεις
στρωτός
(
stro'tos
)
αρσενικό
στρωτή
(
stro'ti
)
θηλυκό
στρωτό
(
stro'to
)
ουδέτερο
επίθετο
ομαλός
régulier/-ière
στρωτή γραφή
une écriture régulière
στρωτός δρόμος
une route en bon état
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
στρογγυλό
στρογγυλός
στρογγυλωμένος
στρογγύλωση
στρολόγος
στρομπουλό
στρόντιο
στρουθοκαμηλισμός
στρουθοκάμηλος
στρουκτουραλισμός
στρουμπουλή
στρουμπουλό
στρουμπουλός
Στρουμφάκι
στροφή
στροφόμετρο
στρυφνή
στρυφνό
στρυφνός
στρυχνίνη
στρύχνος
στρώμα
στρωμένη
στρωμένο
στρωμένος
στρωμνή
στρώνομαι
στρώνω
στρώση
στρωσίδι
στρωτή
στρωτό
στρωτός
στύβω
στυγερή
στυγερό
στυγερός
στυγνή
στυγνό
στυγνός
στυλ
στύλ
στυλάτος
στυλίστας
στυλίτης
στυλό
στυλό διαρκείας
στυλοβάτης
στυλός
στύλος
στύλος για αντίσκηνο
στυλώνω
στυπόχαρτο
στυππείο
στυπτηρία
στυπτικός
στυρόλιο
στύση
στυφά
στυφή
στυφό
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close