στόμα
Μεταφράσεις
στόμα
Mund, Maulmouthbocabouche, gueulebocagurăротفَمٌústamundsuuustabocca口입mondmunnustamunปากağızmiệng嘴巴уста ('stoma)ουσιαστικό ουδέτερο
1. η κοιλότητα ανάμεσα από το πηγούνι και τη μύτη ανοίγω το στόμα μου
τρώω
μένω αποσβολωμένος
τρώω
μένω αποσβολωμένος
2. το όργανο παραγωγής λόγου
δε λέει τίποτα
δε λέει τίποτα
3. μέλος της οικογένειας Έχω πέντε στόματα να θρέψω.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.