Συγύρισμα - ορισμός του συγύρισμα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%85%ce%b3%cf%8d%cf%81%ce%b9%cf%83%ce%bc%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.604.610.723
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
συγύρισμα
Μεταφράσεις
συγύρισμα
(
si'ʝirizma
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
τακτοποίημα
rangement
αρσενικό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
συγκολλώ
συγκολώ
συγκομιδή
συγκοπή
συγκρατημένη
συγκρατημένο
συγκρατημένος
συγκρατιέμαι
συγκρατούμαι
συγκρατώ
συγκρητισμός
συγκρίνω
σύγκριση
συγκρίσιμος
συγκριτικά
συγκριτική
συγκριτικό
συγκριτικός
συγκρότημα
συγκροτημένη
συγκροτημένο
συγκροτημένος
συγκροτώ
συγκρούομαι
σύγκρουση
σύγκρουση αυτοκινήτων
συγκρούω
συγκυρία
συγνώμη
συγυρίζω
συγύρισμα
συγυρισμένος
συγχαίρω
συγχαρητήρια
συγχέω
συγχίζω
συγχορδία
σύγχρονες ανέσεις
σύγχρονες γλώσσες
σύγχρονη
συγχρονίζω
συγχρονισμένη κολύμβηση
συγχρονισμός
σύγχρονο
σύγχρονος
συγχρωτισμός
συγχύζομαι
συγχύζω
σύγχυση
συγχωνεύομαι
συγχώνευση
συγχωνεύω
συγχώρεση
συγχώρηση
συγχωρώ
σύδεντρο
Σύδνεϋ
συζητάω
συζήτηση
συζητήσιμη
συζητήσιμο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close