συναινετικός
(προωθήθηκε από συναινετική)Μεταφράσεις
συναινετικός
(sineneti'kos) αρσενικόσυναινετική
(sineneti'ci) θηλυκόσυναινετικό
consensual (sineneti'ko) ουδέτεροεπίθετο
με συμφωνία από όλες τις μεριές συναινετικό διαζύγιο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.