Συνοψίζω - ορισμός του συνοψίζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%af%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.658.204.867
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
συνοψίζω
Μεταφράσεις
συνοψίζω
condense
,
summarize
συνοψίζω
يُلَخِّصُ
συνοψίζω
shrnout
συνοψίζω
sammenfatte
συνοψίζω
zusammenfassen
συνοψίζω
resumir
συνοψίζω
esittää yhteenveto
συνοψίζω
résumer
συνοψίζω
sažeti
συνοψίζω
riepilogare
συνοψίζω
要約する
συνοψίζω
요약하다
συνοψίζω
samenvatten
συνοψίζω
sammenfatte
συνοψίζω
zreasumować
συνοψίζω
fazer um resumo
συνοψίζω
суммировать
συνοψίζω
summera
συνοψίζω
สรุป
συνοψίζω
özetlemek
συνοψίζω
tóm tắt
συνοψίζω
总结
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σύνοικος
συνολικά
συνολική
συνολικό
συνολικός
σύνολο
συνομήλικη
συνομήλικο
συνομήλικος
συνομιλητής
συνομιλήτρια
Συνομιλία
συνομιλώ
συνομοσπονδία
συνομοταξία
συνομωτώ
συνονθύλευμα
συνοπτικά
συνοπτική
συνοπτικό
συνοπτικός
συνορεύω
σύνορο
συνουσία
συνουσιάζομαι
συνοφρυωμένος
συνοφρυώνομαι
συνοφρύωση
συνοχή
σύνοψη
συνοψίζω
συνταγή
σύνταγμα
συνταγματάρχης
συνταγματικά
συνταγματικός
συνταγματικότητα
συνταγογραφώ
συνταιριάζω
συντάκτης
συντακτική
συντακτικό
συντακτικός
συντάκτρια
σύνταξη
συνταξιδιώτης
συνταξιδιώτισσα
συνταξιοδότηση
συνταξιοδοτούμαι
συνταξιοδοτώ
συνταξιούχος
συνταράζω
συνταρακτική
συνταρακτικό
συνταρακτικός
συνταράσσω
συντάσσω
συντείνω
συντελεστής
συντελεστής διεύθυνσης
συντελώ
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close