Συντηρητικό - ορισμός του συντηρητικό από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%85%ce%bd%cf%84%ce%b7%cf%81%ce%b7%cf%84%ce%b9%ce%ba%cf%8c
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.595.465.029
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
συντηρητικό
Μεταφράσεις
συντηρητικό
مَادَّةٌ حَافِظَة
συντηρητικό
konzervační látka
συντηρητικό
konserveringsmiddel
συντηρητικό
Konservierungsmittel
συντηρητικό
preservative
συντηρητικό
conservante
συντηρητικό
säilöntäaine
συντηρητικό
conservateur
συντηρητικό
konzervans
συντηρητικό
conservante
συντηρητικό
保存料
συντηρητικό
방부제
συντηρητικό
conserveringsmiddel
συντηρητικό
konserveringsmiddel
συντηρητικό
konserwant
συντηρητικό
conservante
,
preservativo
συντηρητικό
консервант
συντηρητικό
konserveringsmedel
συντηρητικό
สารกันบูด
συντηρητικό
katkı maddesi
συντηρητικό
chất bảo quản
συντηρητικό
防腐剂
Πλοηγός λέξεων
?
▲
συνταιριάζω
συντάκτης
συντακτική
συντακτικό
συντακτικός
συντάκτρια
σύνταξη
συνταξιδιώτης
συνταξιδιώτισσα
συνταξιοδότηση
συνταξιοδοτούμαι
συνταξιοδοτώ
συνταξιούχος
συνταράζω
συνταρακτική
συνταρακτικό
συνταρακτικός
συνταράσσω
συντάσσω
συντείνω
συντελεστής
συντελεστής διεύθυνσης
συντελώ
συντεταγμένες
συντεταγμένη
συντετριμμένος
συντεχνία
σύντηξη
συντήρηση
συντηρητική
συντηρητικό
συντηρητικός
συντηρητισμός
συντηρούμαι
συντηρώ
σύντμηση
σύντομα
συντομευμένη μορφή
συντόμευση
συντομεύω
συντομέυω
σύντομη
συντομία
σύντομο
συντομογραφία
συντομομορφή
σύντομος
σύντομος δρόμος
συντομότερα
συντονίζω
συντονισμένη
συντονισμένο
συντονισμένος
συντονισμός
συντονιστής
συντονίστρια
συντρέχω
συντριβάνι
συντριβή
συντρίβω
συντρίμια
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close