Σχεδιαστήριο - ορισμός του σχεδιαστήριο από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%87%ce%b5%ce%b4%ce%b9%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ae%cf%81%ce%b9%ce%bf
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.590.360.376
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σχεδιαστήριο
Μεταφράσεις
σχεδιαστήριο
Drawing Board
(
sçeðia'stirio
)
ουσιαστικό
αρσενικό
το τραπέζι όπου γίνονται τα σχέδια
table
θηλυκό
à dessin
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σφουγγαρίστρα
σφουγγαρόπανο
σφουγγίζω
σφραγίδα
σφραγίζω
σφράγισμα
σφρίγος
σφρυροκοπώ
σφυγμομέτρηση
σφυγμός
σφύρα
σφυρηλατώ
σφυρί
σφύριγμα
σφυρίδα
σφυρίζω
σφυριχτάρι
σφυρίχτρα
σφυροδρέπανο
σφυροκοπώ
σχαολιάζω
σχάρα
σχάρα οροφής
σχεδία
σχεδιάγραμμα
σχεδιάγραμμα οδών
σχεδιάζω
σχεδίαση
σχεδιασμένος
σχεδιασμός
σχεδιαστήριο
σχεδιαστής
σχεδιαστικός
σχεδιάστρια
σχέδιο
σχεδόν
σχεδόν ωμός
σχέση
σχετίζομαι
σχετικά
σχετικά με
σχετική
σχετικό
σχετικός
σχετικότητα
σχέτο
σχήμα
σχηματίζω
σχηματικός
σχημάτισμα
σχηματισμός
σχιζοφρένεια
σχιζοφρενής
σχιζοφρενικός
σχίζω
σχίση
σχίσιμο
σχίσμα
σχισματικός
σχισμή
σχιστόλιθος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close