Σωληνώσεις - ορισμός του σωληνώσεις από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%83%cf%89%ce%bb%ce%b7%ce%bd%cf%8e%cf%83%ce%b5%ce%b9%cf%82
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.724.634.258
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
σωληνώσεις
Μεταφράσεις
σωληνώσεις
سِبَاكة
σωληνώσεις
instalace
σωληνώσεις
sanitære installationer
σωληνώσεις
Rohrleitung
σωληνώσεις
plumbing
σωληνώσεις
fontanería
,
plomería
σωληνώσεις
putkisto
σωληνώσεις
plomberie
σωληνώσεις
vodoinstalacije
σωληνώσεις
tubature
σωληνώσεις
配管
σωληνώσεις
배관
σωληνώσεις
loodgieterswerk
σωληνώσεις
rørsystem
σωληνώσεις
instalacja wodociągowa
σωληνώσεις
canalização
,
encanamento
σωληνώσεις
водопроводное дело
σωληνώσεις
rörmokeri
σωληνώσεις
งานประปา
σωληνώσεις
tesisatçılık
σωληνώσεις
đường ống nước
σωληνώσεις
管道设施
Πλοηγός λέξεων
?
▲
σχολιάζω
σχολιασμός
σχολιαστής
σχολικές διακοπές στη μέση της χρονιάς
σχολική
σχολική αίθουσα
σχολική εργασία για το σπίτι
σχολική στολή
σχολική τσάντα
σχολικό
σχολικό βιβλίο
σχολικός
σχολικός έλεγχος
σχόλιο
σώα
σώβρακο
σώζομαι
σωζόμενος
σώζω
σώθηκα
σωθικά
Σωκράτης
σωκρατικός
σωληνάκι
σωληνάριο
σωλήνας
σωλήνας αποχέτευσης
σωλήνηση
σωλήνμας
σωληνοειδής
σωληνώσεις
σωλήνωση
σώμα
σώμα ενόρκων
σωματειακός
σωματείο
σωματεμπορία
σωματέμπορος
σωματίδιο
σωματικά
σωματική
σωματική αντοχή
σωματική τιμωρία
σωματικό
σωματικός
σωμάτιο
σωματοποιώ
σωματοφύλακας
σωματώδες
σωματώδης
σώο
σώος
σωπαίνω
σωρεία
σωρευτικά
σωρευτικός
σωριάζομαι
σωριάζω
σωρός
σωσίας
σωσίβιο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close