Τίναγμα - ορισμός του τίναγμα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%ce%af%ce%bd%ce%b1%ce%b3%ce%bc%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
10.766.876.263
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τίναγμα
Μεταφράσεις
τίναγμα
(
'tinaɣma
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
1.
το να τινάζω κτ
battage
αρσενικό
το τίναγμα των χαλιών
le battage des tapis
2.
το να τινάζομαι
secousse
θηλυκό
ballottement
αρσενικό
Aισθάνθηκα ένα τίναγμα.
J'ai ressenti une secousse.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
τιμαλφή
τιμαλφής
τιμαριθμοποιώ
τιμάριθμος
τιμάριο
τιμάω
τιμή
τιμή λιανικής
τιμή πώλησης
τιμή συναλλάγματος
τίμημα
τιμητικά
τιμητική
τιμητικό
τιμητικός
τίμια
τίμιο
τίμιος
τιμιότητα
τιμοκατάλογος
τιμοκρατία
τιμολόγιο
τιμολογώ
τιμόνι
τιμόνι ποδηλάτου
τιμώ
τιμωρητικός
τιμωρία
τιμωρούμαι
τιμωρώ
τίναγμα
τινάζομαι
τινάζω
τίνκα
τίνος
Τιπ και Ταπ
τίποτα
τίποτε
τιποτένιος
τιράζ
Τίρανα
τιράντα
τιράντες
τιρκουάζ
τιρμπουσόν
τις
Τιτάνας
Τιτάνια
τιτανικός
τιτάνιο
τιτάνιος
τιτιβίζω
τίτλοι
τίτλος
τίτλος εφημερίδας
τιτλοφορώ
τμήμα
τμήμα επείγοντων περιστατικών
τμήσις
ΤΝ
το
▼
Facebook Share
Twitter
Google+
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Google+
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close