Τον - ορισμός του τον από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%ce%bf%ce%bd
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.723.332.060
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τον
Μεταφράσεις
τον
him
el
il
le
de
o
на
den
den
αντωνυμία
αρσενικό
αιτιατική
αυτόν
le
;
la
Τον είδα να τρέχει.
Je l'ai vu courir.
αυτός
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
τοις μετρητοίς
τοις χιλίοις
τοιχογραφία
τοιχοκολλώ
τοίχος
τοίχωμα
τόκα
Τοκελάου
τοκετός
Τόκιο
τοκογλύφος
τόκος
Τόκυο
τολμάω
τόλμη
τόλμημα
τολμηρά
τολμηρή
τολμηρό
τολμηρός
τολμώ
τολύπη
τομάτα
τοματοχυμός
τομεάρχης
τομέας
τομή
τόμος
τόμπογκαν
τόμπολα
τον
Τον γνωρίζεις;
Τον κατάλογο κρασιών, παρακαλώ
Τον κατάλογο με τα επιδόρπια, παρακαλώ
Τον κατάλογο, παρακαλώ
τον οποίο
Τόνγκα
τονίζω
τονικός
τονισμός
τόνος
τόνος κλήσης
τονώνω
τόνωση
τονωτική
τονωτικό
τονωτικός
τοξική
τοξικό
τοξικολογία
τοξικολογικός
τοξικολόγος
τοξικομανής
τοξικομανία
τοξικός
τοξικότητα
τοξίνη
τόξο
τοξοβολία
τοξόπλασμα
τοξοπλάσμωση
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close