Τρίζω - ορισμός του τρίζω από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%cf%81%ce%af%ce%b6%cf%89
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.379.555.765
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τρίζω
Μεταφράσεις
τρίζω
chirriar
,
crujir
,
rechinar
couiner
,
craquer
,
crépiter
,
crisser
,
grincer
cigolare
,
scricchiolare
,
stridere
chatter
,
creak
,
grind
,
stridulate
(
'trizo
)
ρήμα
αμετάβατο (ρήμα)
βγάζω ξερό ήχο
grincer craquer
Η πόρτα τρίζει.
La porte grince.
Τρίζει το ξύλο.
Le bois craque.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
τριανταφυλλιά
τριαντάφυλλο
τριάρι
τριβείο
τριβελίζω
τριβή
τρίβομαι
τρίβω
τρίβω με δύναμη
τρίγλωσσος
τριγόνι
τρίγονο
τριγυρίζω
τριγυρνάω
τριγύρω
τριγωνέλλα
τριγωνική
τριγωνικό
τριγωνικός
τριγωνισμός
τρίγωνο
τριγωνομέτρηση
τριγωνομετρία
τριγωνομετρικός
Τρίγωνον
Τρίγωνον Νότιον
τρίδυμα
τριζάτος
τριζοβολώ
τριζόνι
τρίζω
τριήμερη
τριήμερο
τριήμερος
τριήρης
τριθέσια
τριθέσιο
τριθέσιος
τρικ
τρικλίζω
τρίκλινη
τρίκλινο
τρίκλινος
τρικλοποδιά
τρικό
τρικουκιά
τρίκυκλο
τρικυμία
τρίλια
τρίλιζα
τριλοβίτης
τριλογία
τριλούν
τριμηναίος
τριμηνιαίος
τρίμηνο
τρίμμα
τριμμένη
τριμμένο
τριμμένος
Τρινιντάντ και Τομπάγκο
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close