τραγικός
(προωθήθηκε από τραγικό)Μεταφράσεις
τραγικός
(traʝi'kos) αρσενικότραγική
(traʝi'ci) θηλυκότραγικό
tragictragiqueمَأْسَاوِيّtragickýtragisktragischtrágicotraaginentragičantragico悲惨な비극적인tragischtragisktragicznytrágicoтрагическийtragiskน่าสลดใจtrajikbi thảm悲剧的 (traʝi'ko) ουδέτεροεπίθετο
1. δραματικός, φοβερός τραγικό έργο τραγικό τέλος
2. μεταφορικά πολύ κακής ποιότητας τραγική παράσταση
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.