Τροχαλία - ορισμός του τροχαλία από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%cf%81%ce%bf%cf%87%ce%b1%ce%bb%ce%af%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.654.240.794
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τροχαλία
Μεταφράσεις
τροχαλία
poulie
pulley
polea
puleggia
Шкив
katrol
polia
بكرة
макара
滑轮
滑輪
גלגלת
滑車
도르래
(
troxa'lia
)
ουσιαστικό
θηλυκό
τροχός με τον οποίο τραβάμε κπ βάρος
poulie
θηλυκό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
τρόποι
τροπολογία
τροποποίηση
τροποποιώ
τρόπος
τρόπος ζωής
τροπόσφαιρα
τροτέζα
τροτσκισμός
τρούλος
τρούφα
τροφαντή
τροφαντό
τροφαντός
τροφές ολικής άλεσης
τροφή
τροφική
τροφική αλυσίδα
τροφική δηλητηρίαση
τροφικό
τροφικός
τρόφιμα
τρόφιμο
τρόφιμος
τροφοδοσία
τροφοδοτώ
τροφός
τροχαία
τροχαίο
τροχαίος
τροχαλία
τροχιά
τροχία
τροχίζω
τροχίλια
τροχοδρομώ
τροχοί
τροχονόμος
τροχοπέδη
τροχοπέδιλα
τροχοπεδώ
τροχός
τροχόσπιτο
τροχοφόρο
τρύγημα
Τρυγητής
τρυγόνι
τρύγος
τρύπα
τρυπάνι
τρυπάω
τρύπημα
τρυπητή
τρυπητό
τρυπητός
τρύπια
τρύπιο
τρύπιος
τρυποφράχτης
τρυπτοφάνη
τρυπώ
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close