Τσίγκινη - ορισμός του τσίγκινη από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%cf%83%ce%af%ce%b3%ce%ba%ce%b9%ce%bd%ce%b7
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.943.527.391
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τσίγκινος
(προωθήθηκε από
τσίγκινη
)
Μεταφράσεις
τσίγκινος
(
'tsinɟinos
)
αρσενικό
τσίγκινη
(
'tsinɟini
)
θηλυκό
τσίγκινο
(
'tsinɟino
)
ουδέτερο
επίθετο
που είναι από τσίγκο
en zinc
τσίγκινο ποτιστήρι
un arrosoir en zinc
Πλοηγός λέξεων
?
▲
τσέμπαλο
τσεμπέρι
τσέπη
τσέπωμα
τσεπώνω
Τσερνόμπιλ
τσέρυ
Τσετσενία
Τσέχα
Τσεχία
Τσεχικά
Τσέχικα
τσεχικός
τσέχικος
Τσέχος
Τσεχοσλοβακία
Τσεχοσλοβάκος
τσιγαρίζω
τσιγαριλίκι
τσιγάρο
τσιγγάνα
τσιγγάνικα
τσιγγάνικη
τσιγγάνικο
τσιγγάνικος
τσιγγάνος
τσιγγέλι
τσιγγουνεύομαι
τσιγγούνης
τσιγγουνιά
τσίγκινη
τσίγκινο
τσίγκινος
τσιγκλώ
τσιγκογραφία
τσίγκος
τσιγκούνα
τσιγκουνεύομαι
τσιγκούνης
τσιγκουνιά
τσιγκούνικο
τσικάλι
τσικλιτάρα
τσίκνα
τσικνιάς
τσίλι
τσιλιαδόρος
τσιλιμπουρδώ
τσιλλώ
τσιμεντένια
τσιμεντένιο
τσιμεντένιος
τσιμέντο
τσιμεντόλιθος
τσιμουδιά
τσιμούχα
τσιμπάω
τσίμπημα
τσιμπιά
τσιμπίδα
τσιμπιδάκι
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close