Τόπι - ορισμός του τόπι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%84%cf%8c%cf%80%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.602.685.831
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
τόπι
Μεταφράσεις
τόπι
(
'topi
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
1.
απαρχαιωμένος
μικρή μπάλα
balle
θηλυκό
παίζω με το τόπι μου
jouer avec sa balle
2.
ρολό ύφασμα
pièce
θηλυκό
(d'étoffe)
ένα τόπι ύφασμα
une pièce d'étoffe
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
Τον κατάλογο με τα επιδόρπια, παρακαλώ
Τον κατάλογο, παρακαλώ
τον οποίο
Τόνγκα
τονίζω
τονικός
τονισμός
τόνος
τόνος κλήσης
τονώνω
τόνωση
τονωτική
τονωτικό
τονωτικός
τοξική
τοξικό
τοξικολογία
τοξικολογικός
τοξικολόγος
τοξικομανής
τοξικομανία
τοξικός
τοξικότητα
τοξίνη
τόξο
τοξοβολία
τοξόπλασμα
τοξοπλάσμωση
τοξότης
τοπάζιο
τόπι
τοπικά
τοπική
τοπικό
τοπικό αναισθητικό
τοπικοποίηση
τοπικός
τοπίο
τοπογραφικός
τοπογράφος
τοποθ
τοποθεσία
τοποθέτηση
τοποθετούμαι
τοποθετώ
τοπολογία
τόπος
τόπος γέννησης
τοπούζι
τοπωνύμιο
τορνευτής
τόρνος
τορπίλη
τορπιλίζω
τορπιλικό
τορπίλλη
τόση
Τοσκάνη
τόσο
τοσοδούλα
τοσοδούλης
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close