υπεύθυνος
Μεταφράσεις
υπεύθυνος
(i'pefθinos) αρσενικόυπεύθυνη
(i'pefθini) θηλυκόυπεύθυνο
(i'pefθino) ουδέτεροεπίθετο
1. αυτός που είναι αρμόδιος σε κπ τομέα Είναι υπεύθυνος τμήματος.
γραπτή βεβαίωση ότι κπ στοιχεία είναι αληθινά
γραπτή βεβαίωση ότι κπ στοιχεία είναι αληθινά
2. που φταίει για κτ Είναι υπεύθυνος για την πυρκαγιά.
3. ευσυνείδητος υπεύθυνος υπάλληλος
υπεύθυνος
αρσενικόυπεύθυνη
responsibleمَسْؤُولodpovědnýansvarligverantwortlichresponsablevastuullinenresponsableodgovoranresponsabile責任がある책임이 있는verantwoordelijkansvarligodpowiedzialnyresponsávelответственныйansvarigรับผิดชอบsorumluchịu trách nhiệm负责的отговоренאחראי θηλυκόουσιαστικό
1. που έχει την ευθύνη για κτ o υπεύθυνος υπηρεσίας
2. o αρμόδιος Απευθυνθείτε στον υπεύθυνο.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.