υποφερτός
Μεταφράσεις
υποφερτός
(ipofer'tos) αρσενικόυποφερτή
(ipofer'ti) θηλυκόυποφερτό
tolerable (ipofer'to) ουδέτεροεπίθετο
που μπορεί κν να τον ανεχτεί Η ζέστη είναι υποφερτή σήμερα.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.