φιλόστοργος
(προωθήθηκε από φιλόστοργο)Μεταφράσεις
φιλόστοργος
(fi'lostorɣos) αρσενικόφιλόστοργη
(fi'lostorʝi) θηλυκόφιλόστοργο
(fi'lostorɣo) ουδέτεροεπίθετο
στοργικός φιλόστοργος πατέρας
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.