φορολογικός
(προωθήθηκε από φορολογική)Μεταφράσεις
φορολογικός
(foroloʝi'kos) αρσενικόφορολογική
(foroloʝi'ci) θηλυκόφορολογικό
مَالِيّfiskálnífiskalfinanziellfiscal, taxfiscal, impuestosvero-fiscalfiskalnifiscale財政の회계의fiscaalskatte-finansowyfiscal, impostoфискальныйfiskalเกี่ยวกับการเงินmalitài chính财政的מס (foroloʝi'ko)επίθετο
σχετικός με τη φορολογία φορολογική δήλωση