χειμωνιάτικος
(προωθήθηκε από χειμωνιάτικη)Μεταφράσεις
χειμωνιάτικος
(çimo'ɲatikos) αρσενικόχειμωνιάτικη
(çimo'ɲatici) θηλυκόχειμωνιάτικο
(çimo'ɲatiko) ουδέτεροεπίθετο
χειμερινός χειμωνιάτικα (ρούχα)
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.