Χελιδόνι - ορισμός του χελιδόνι από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%87%ce%b5%ce%bb%ce%b9%ce%b4%cf%8c%ce%bd%ce%b9
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
13.361.309.609
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
χελιδόνι
Μεταφράσεις
χελιδόνι
swallow
hirondelle
Schwalbe
tragar
燕子
燕子
(
çeli'ðoni
)
ουσιαστικό
ουδέτερο
πουλί που εμφανίζεται την άνοιξη
hirondelle
θηλυκό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων
?
▲
χειροποίητη
χειροποίητο
χειροποίητος
χειροσφαίριση
χειρότερα
χειροτερεύω
χειρότερη
χειρότερο
χειρότερος
χειροτέχνης
χειροτεχνία
χειροτονία
χειροτονώ
χειρουργείο
χειρουργικά
χειρουργική
χειρουργικό
χειρουργικός
χειρουργός
χειρούργος
χειρουργώ
χειροφέτηση
χειροφίλημα
χειρόφρενο
χειρωνακτική
χειρωνακτικό
χειρωνακτικός
χειρωνακτικός εργάτης
Χελ
χέλι
χελιδόνι
χελώνα
χελώνας
χερέρο
χέρι
χερούλι
χερσαίος
χερσόνησος
χέρσος
χερσότοπος
χημεία
χημειοθεραπεία
χημικά
χημική
χημική ουσία
χημικό
χημικός
χήνα
χηνάκι
χήνες
χηνοπόδιο
χηνοπρίστης
χήρα
χήρος
χθες
χθεσινή
χθεσινό
χθεσινός
χθόνιος
χιαστός
Χιλή
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close