Ψαλίδα - ορισμός του ψαλίδα από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%88%ce%b1%ce%bb%ce%af%ce%b4%ce%b1
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
11.390.141.938
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google+
Yahoo
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ψαλίδα
Μεταφράσεις
ψαλίδα
cisaille
(
psa'liða
)
ουσιαστικό
θηλυκό
1.
μεγάλο ψαλίδι, κλαδευτήρι
cisailles
θηλυκό
πληθυντικός
κόβω κλαδεύω με την ψαλίδα
couper tailler aux cisailles
2.
ζωολογία
σαρανταποδαρούσα
mille-pattes
αρσενικό
scolopendre
θηλυκό
Πλοηγός λέξεων
?
▲
χώρισμα
χωρισμός
χωριστά
χωριστή
χωριστό
χωριστός
Χωριστούς λογαριασμούς, παρακαλώ
χωρίστρα
χώρος
χώρος εκδηλώσεων
χώρος εργασίας
χώρος κατασκήνωσης
χώρος παιχνιδιού
χώρος στάθμευσης
χώρος στάθμευσης αυτοκινήτου
χώρος στάθμευσης για τροχόσπιτα
χώρος υποδοχής
χώρος ψόртωση
χωροστάθμηση
χωροφύλακας
χωροφυλακή
χωρόχρονος
χωρώ
χωσιά
ψ
ψάθα
ψαθί
ψάθινη
ψάθινο
ψάθινος
ψαλίδα
ψαλιδάκι νυχιών
ψαλίδι
ψαλίδι για ίσιωμα μαλλιών
ψαλιδίζω
ψάλλω
ψαλμός
ψαλμωδία
ψαλμωδικός
ψαλμωδώ
ψαλτήριο
ψαμμίτης
ψάξιμο
ψαραγορά
ψαράδικο
ψαραετός
ψαράς
ψάρεμα
ψαρεύω
ψάρι
ψάρι του γλυκού νερού
ψαρίδα
ψαρόβαρκα
ψαροκόκαλο
ψαρόκολλα
ψαρονέφρι
ψαρόνι
ψαροπούλι
ψαρόσουπα
ψαροτούφεκο
ψαροφάγος
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close