Ψευδορκώ - ορισμός του ψευδορκώ από το Δωρεάν Ηλεκτρονικό Λεξικό
https://el.thefreedictionary.com/%cf%88%ce%b5%cf%85%ce%b4%ce%bf%cf%81%ce%ba%cf%8e
Printer Friendly
Ελληνικό Λεξικό / Greek Dictionary
12.601.172.319
επισκέπτες που εξυπηρετούνται
Αναζήτηση /
Σελίδα με εργαλεία
TheFreeDictionary
Google
?
Keyboard
Word / Article
Starts with
Ends with
Text
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Share on Facebook
Twitter
Λάβετε την εφαρμογή μας
Κάρτες flash
?
Σελιδοδεικτών
?
+
Προσθήκη τρέχουσας σελίδας στη λίστα
Εγγράφω
Είσοδος
Είσοδος / Εγγράφω
Facebook
Twitter
Google
Share on Facebook
Λάβετε την
εφαρμογή
μας
Tools
A
A
A
A
γλώσσα
English
Español
Deutsch
Français
Italiano
العربية
中文简体
Polski
Português
Nederlands
Norsk
Ελληνική
Русский
Türkçe
אנגלית
Εφαρμογή για κινητό:
apple
android
Για χρήστες:
Πρόσθετο φυλλομετρητή
Η λέξη της ημέρας
Βοήθεια
Για διαχειριστές ιστοσελίδων:
Δωρεάν περιεχόμενο
Συνδέοντας
Κουτί έρευνας
Close
ψευδορκώ
Μεταφράσεις
ψευδορκώ
se parjurer
ψευδορκώ
perjure
Πλοηγός λέξεων
?
▲
ψαχουλεύω
ψεβδίζω
ψεγάδι
ψέγω
ψείρα
ψείρες
ψεκάζω
ψεκασμός
ψεκαστήρας
ψελλίζω
ψέλνω
ψέμα
ψευδαίσθηση
ψευδαισθητικός
ψευδάργυρος
ψευδαργύρωση
ψευδή
ψευδής
ψευδίζω
ψεύδισμα
ψευδό
ψευδοεπιστήμη
ψευδοκαρύα
ψευδολογώ
ψεύδομαι
ψευδομαρτυρία
ψευδόνυμο
ψευδοπλάτανος
ψευδορκία
ψεύδορκος
ψευδορκώ
ψευδός
ψευδώνυμο
ψευδώς
ψεύτης
ψευτιά
ψεύτικα
ψεύτικη
ψεύτικο
ψεύτικος
ψεύτικός
ψευτομαχητής
ψεύτρα
ψηλά
ψηλά τακούνια
ψηλαφίζω
ψηλαφώ
ψηλή
ψηλό
ψηλόλιγνος
ψηλομύτα
ψηλομύτης
ψηλός
ψηλοτάκουνος
ψηλότερος
ψηλώνω
ψημένη
ψημένο
ψημένος
ψήνομαι
ψήνω
▼
Facebook Share
Twitter
CITE
Site:
Ακολουθούν:
Facebook
Twitter
Rss
Mail
Κοινοποιήστε:
Facebook
Twitter
LinkedIn
Mail
Open / Close