αψηφώ

Μεταφράσεις

αψηφώ

defy, disregard, shrugbraver, défier, hausser les épaulesيَهُزُّ كِتْفَيْهpokrčit ramenytrække på skuldrenemit den Achseln zuckenencogerse de hombroskohauttaa olkapäitäänslijegati ramenimascrollare le spalle肩をすくめる어깨를 으쓱하다schouderophalentrekke på skuldrenewzruszyć ramionamiencolher os ombrosпожимать плечамиryckaยักไหล่เพื่อแสดงความไม่สนใจหรือไม่ทราบomuz silkmeknhún vai耸肩 (apsi'fo)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
δεν υπολογίζω αψηφώ τον κίνδυνο
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.