καλός

Μεταφράσεις

καλός

(ka'los) αρσενικό

καλή

(ka'li) θηλυκό

καλό

gut, bravgood, kindbon, bien éduquéטובхороший, добрый, мастерскийجَيِّد, لَطِيف, مَاهِرdobrý, hodnýgod, sødbuenohyvä, kunnollinendobarbravo, buonoうまい, 良い, 行儀のよい모범적인, 잘 하는, 좋은goed, liefbra, flink, snilldobry, grzecznybem, bombra, snällเก่ง, ดี, ประพฤติดีiyi, uslugiỏi, tốt听话的, 好的, 擅长的 (ka'lo) ουδέτερο
επίθετο
1. που έχει καλοσύνη μέσα του Είναι καλός άνθρωπος.
2. ευχάριστος καλά νέα
3. ωφέλιμος έχω καλές συνήθειες
4. θετικός, ευνοϊκός κάνω καλά σχόλια Οι συνθήκες είναι καλές.
5. καλών επιδόσεων καλός μαθητής
6. για πάντα Χάστε βάρος μια και καλή.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.