γέρνω

Μεταφράσεις

γέρνω

('ʝerno)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
κάνω κτ να πάρει κλίση προς τα κάτω γέρνω το κεφάλι μου

γέρνω

lean, incline, bend, slant, slope, tiltincliner, se pencherيـَمِيلُnaklonit selæne (sig)lehnenapoyarsenojatanaslonitipendereもたれる기대다leunenlene (seg)oprzeć sięinclinar-seнаклонитьсяluta (sig)พิงyaslamakdựa倾斜
ρήμα αμετάβατο (ρήμα)
παίρνω κλίση προς τα κάτω Ο πίνακας γέρνει.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.