ενθουσιώδης

Μεταφράσεις

ενθουσιώδης

(enθusi'oðis) αρσενικό-θηλυκό

ενθουσιώδες

enthusiastic, avid, exuberant, jubilant, rave, keenenthousiasmant, enthousiasteمُتَحَمِّس, مُتَحَمِّسٌdychtivý, nadšenýentusiastisk, ivrig efterbegeistert, enthusiastischentusiasta, resueltoinnokasentuzijastičan, gorljivappassionato, entusiasta熱心な열심인enthousiastentusiastisk, ivrigentuzjastyczny, zapalonyentusiásticoжаждать, увлеченныйangelägen, entusiastiskกระตือรือร้นhevesli, isteklinhiệt tình, say mê渴望的, 热情的, 热心Ентусиазиран熱心 (enθusi'oðes) ουδέτερο
επίθετο
γεμάτος χαρά ενθουσιώδης υποδοχή
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.