ομιλητής

Μεταφράσεις

ομιλητής

(omili'tis) αρσενικό

ομιλήτρια

speakerمُكَبِرُ الصَّوْتřečníktalerSprecherorador, altavozpuhujaorateurgovornikaltoparlante話す人연사sprekertalermówcaoradorговорящийtalareผู้พูดkonuşmacıdiễn giả扬声器 (omi'litria) θηλυκό
ουσιαστικό
1. που μιλάει κπ γλώσσα οι ομιλητές της ελληνικής γλώσσας
2. που μιλάει πάνω σε κπ θέμα διακόπτω τον ομιλητή
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.