προβλέπω

Μεταφράσεις

προβλέπω

forecast, foresee, provide, envisage, foretell, predict, prescribeprévoir, prédireيَتَنَبَّأُpředvídatforudsevorhersehenprever, predecirennakoidapredvidjetiprevedere予見する예견하다voorzienforutseprzewidziećpreverпредвидетьförutsägaรู้ล่วงหน้าöngörmekthấy trước预见 (pro'vlepo)
ρήμα μεταβατικό (ρήμα)
1. υπολογίζω από πριν Τα έχω προβλέψει όλα.
2. κάνω πρόγνωση Προβλέπουν κακοκαιρία.
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Copyright © 2003-2025 Farlex, Inc Αποποίηση ευθυνών
Ολόκληρο το περιεχόμενο της ιστοσελίδας αυτής, συμπεριλαμβανομένου του λεξικού, του θησαυρού, της λογοτεχνίας, της γεωγραφίας και άλλων στοιχείων αναφοράς, υπάρχει μόνο για πληροφοριακούς λόγους μόνο. Οι πληροφορίες αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται πλήρεις, ενημερωμένες, και δεν έχουν ως στόχο να χρησιμοποιηθούν στη θέση επίσκεψης, σύσκεψης, ή συμβουλής από κάποιον δικηγόρο, ιατρό ή οποιονδήποτε άλλο επαγγελματία.